λουτροφόροι

λουτροφόροι
λουτροφόρος
bringing water
masc/fem nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Nessos-Maler — Athen, Nationalmuseum 1002: Namenvase des Nessos Malers …   Deutsch Wikipedia

  • κεραμεικός — Αρχαίος δήμος της Αθήνας. Βρισκόταν στα βορειοδυτικά κράσπεδα της πόλης, στην κοιλάδα που διέσχιζε ο Ηριδανός. Η ονομασία, που χρησιμοποιείται και για τη σύγχρονη συνοικία της Αθήνας, προήλθε από τον ήρωα Κέραμο, γιο του Διονύσου και της Αριάδνης …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Ταφικά έθιμα αρχαιότητας — ΤΑΦΗ ΚΑΙ ΤΑΦΙΚΑ ΕΘΙΜΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ Στοιχεία για τις ταφικές συνήθειες και πρακτικές του ανθρώπου υπάρχουν ήδη από την Παλαιολιθική εποχή, για τον άνθρωπο του Νεάντερταλ, σε σπήλαια της Ευρώπης και της Ασίας. Οι νεκροί ενταφιάζονταν σε διάφορες …   Dictionary of Greek

  • Καρυάτιδες — Ονομασία παρθένων από τις Καρυές της Λακωνίας κατά την αρχαιότητα, οι οποίες χόρευαν σε θρησκευτικές γιορτές· επίσης, τύπος γυναικείου αγάλματος που αντικαθιστά κίονες για την υποστήριξη του θριγκού των οικοδομημάτων. Σύμφωνα με τον Βιτρούβιο, η… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Αρχαιολογικό Πειραιά — Το μουσείο στεγάζεται σε ένα κτίριο του 1966 (Χαριλάου Τρικούπη 31). Ανακαινίστηκε και εμπλουτίστηκε με τη συλλογή κεραμικής και μικροαντικειμένων το 1998, την ίδια χρονιά που τελείωσε και η αναστήλωση του μεγαλύτερου ταφικού μνημείου στην Ελλάδα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”